Σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα του Ινστιτούτου Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής, στη χώρα μας οι χαμηλότερες κοινωνικοοικονομικές τάξεις καταγράφουν χειρότερη υγεία, μεγαλύτερη θνησιμότητα και νοσηρότητα, ενώ αντιμετωπίζουν μεγαλύτερη δυσκολία πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας, στις προληπτικές εξετάσεις και στο φάρμακο.
Η Ελλάδα έχει το μεγαλύτερο χάσμα στις ανικανοποίητες ανάγκες υγείας μεταξύ υψηλού και χαμηλού εισοδήματος στον ΟΟΣΑ. Όμως η κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας αντί να δει τα πεπραγμένα της, επιχειρεί να «ξαναγράψει την ιστορία, ειδικά στο ζήτημα της έκρηξης της φαρμακευτικής και υγειονομικής δαπάνης την περίοδο 2005-2009. Φαρμακευτική δαπάνη που εκτινάχθηκε από τα 2,43 δισ. ευρώ το 2004 στα 5,1 δισ. ευρώ το 2009 και με συγκεκριμένες θεσμικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ έπεσε στα 2,8 δισ. ευρώ την περίοδο 2009-2011 κι εν συνεχεία στα 2 δισ. το 2014.
Αυτό δεν έγινε με θαύματα, αλλά με διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις: τη σύσταση του ΕΟΠΥΥ, την ηλεκτρονική συνταγογράφηση, το νέο σύστημα τιμολόγησης, τους κλειστούς προϋπολογισμούς των νοσοκομείων. Βήματα διαφάνειας που δεν ήταν μνημονιακές υποχρεώσεις, αλλά προεκλογικές δεσμεύσεις του ΠΑΣΟΚ.
Η υγεία στην Ελλάδα, ειδικά μετά την πανδημία, με τις ιδιωτικές δαπάνες να αυξάνονται, απαιτεί τομές και δομικές παρεμβάσεις, όχι αποσπασματικά μπαλώματα και σπασμωδικές αντιδράσεις, όπως το νέο πρόγραμμα εφημεριών που από την 1η Νοεμβρίου έχει φέρει στα όριά τους τους ιατρούς και νοσηλευτές της Αττικής.
Το ΠΑΣΟΚ έχει καταθέσει πάνω από δέκα φορές τροπολογία για την ένταξη ιατρών και νοσηλευτών του ΕΣΥ στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, αλλά η κυβέρνηση είπε «όχι», ενώ ζητά από το 2020 την αυτοτελή φορολόγηση των εφημεριών των ιατρών, που μόλις τώρα υιοθέτησε η κυβέρνηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου